Ένας βασικός πυλώνας
της ιατρικής έρευνας είναι η στατιστική επιστήμη, τα μετρήσιμα μεγέθη, τα
ποσοτικά στοιχεία που αξιολογούνται ως αντικειμενικά. Τι γίνεται όμως με τις μη ποσοτικές όψεις της ανθρώπινης ζωής;
Πώς μπορούν να αποκαλυφθούν οι αόρατες γέφυρες που συνδέουν συχνά τα σωματικά
συμπτώματα και νόσους με τις επιθυμίες, τις συγκρούσεις και τις ανάγκες του
ψυχισμού μας; Πώς να αποτιμήσει ένας καπνιστής με καρδιακή ανεπάρκεια την
επιθυμία του για τσιγάρο; Πώς να «μετρήσουμε» τους πονοκεφάλους και τη ναυτία
ενός παιδιού που έχει αρχίσει να υφίσταται σχολικό εκφοβισμό αλλά δεν μπορεί να
μιλήσει για αυτό; Και τα αυτοάνοσα νοσήματα, όπου ένα κομμάτι του σώματος
επιτίθεται στο υπόλοιπο σώμα, πώς να τα προσεγγίσει κανείς μόνο με τη
στατιστική, χωρίς να εισάγει στην προβληματική του το ρόλο που παίζουν οι
ψυχολογικοί παράγοντες και ο χρόνος εμφάνισης της νόσου;
Έρευνες σε διάφορες
κοινωνίες συμφωνούν ότι αυτό που έχει σημασία για μια κατάσταση ισορροπίας
είναι το κατά πόσο είμαστε ικανοί – ή όχι – να διαχειριστούμε τις εμπειρίες
μας, να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα της ζωής μας. Είναι λοιπόν και η γλώσσα του
σώματος ένας τρόπος διαχείρισης; Ένας τρόπος συμβολοποίησης των ασυνείδητων
ψυχικών διεργασιών;
Ό,τι δεν θέλουμε στη
συνείδησή μας και νομίζουμε ότι αγνοώντας το, το παραμερίζουμε, καταλήγει
κυριολεκτικά στο πλάι ή, κατά τον C.G.Jung στη
«σκιά». Ανέκφραστα πένθη, σκληρές, κακοποιητικές σχέσεις που δε διακόπτονται,
μυστικά, ενοχή, επιθετικότητα και ντροπή, απωθημένες ή απαγορευμένες επιθυμίες,
συναισθηματικά κενά που χάσκουν, συναισθηματικά σοκ και τραυματικές εμπειρίες
που δεν έχουν γίνει αντικείμενα ενδελεχούς επεξεργασίας, στοιβάζονται με την
τρομερή τους ενέργεια στην άκρη, μέχρι να βρουν οδό έκφρασης. Όποτε αδυνατούμε
να επεξεργαστούμε ή να κατανοήσουμε ένα συμβάν, αυτό ενδέχεται να αφήσει το
αποτύπωμά του στο σώμα. Η ερμηνεία αυτού του αποτυπώματος, μπορεί σε πολλές
περιπτώσεις να μας διαφωτίσει σε σχέση με τα ψυχικά δρώμενα που υποβόσκουν πίσω
από μια σωματική εκδήλωση και τελικά να μας ανακουφίσει και στα δύο επίπεδα –
σωματικό και ψυχικό – ή έστω να ενισχύσει τη συνειδητότητά μας . Η ερμηνεία των
συμπτωμάτων σημαίνει επαφή με τη «σκιερή» πλευρά του εαυτού μας, με τα πιο
υπόγεια και σκοτεινά κομμάτια μας… Υπό αυτή την έννοια, τα συμπτώματα μπορούν
να αποτελέσουν καλούς οδηγούς προς την αυτογνωσία και την ολοκλήρωση, μέσα από
τη γνωριμία μας και αποδοχή της σκιερής πλευράς μας.
Έτσι, αντί να
αντιμετωπίζουμε έναν επίμονο στομαχόπονο ως ένα μεμονωμένο ιατρικό σύμπτωμα με
χημικούς ή χειρουργικούς τρόπους, ίσως θα είχε ενδιαφέρον να διερευνήσουμε τι βαραίνει αυτό το στομάχι; Τι αχώνευτο καταπίνει; Τι οδηγεί τον ασθενή
σε μια μικρή κατακρεούργηση του βλεννογόνου του που αντανακλάται σε κάθε έλκος;
Αλλά και αντίστροφα: το βρίσκω εξαιρετικά απίθανο να καταφέρει κάποιος να
ξεπεράσει έναν καρκίνο και να μην αλλάξει τίποτα στη ζωή του, στις σχέσεις του,
στη συμπεριφορά του, στον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον κόσμο, να μην ανακαλύψει
κάτι ψυχικό μέσα σε από μια σκληρή και επώδυνη περιπέτειας σωματικής υγείας…
Δεδομένου ότι όλοι οι
άνθρωποι έχουν σωματικά συμπτώματα, πρόκειται για την πιο διαδεδομένη γλώσσα
αυτού του κόσμου, αν και λίγοι μόνο την καταλαβαίνουν συνειδητά. Πολύ συχνά
άλλωστε, μιλάμε για την ψυχή μας, χρησιμοποιώντας τις σωματικές μας εκδηλώσεις,
λέγοντας: «μου κάθεται στο στομάχι», «μου τσακίζει τα νεύρα», «όποτε μιλάει, ρίχνει
τη χολή του», «η καρδιά της πάει να σπάσει», «δε με βαστούν τα πόδια μου»,
«έχασε το χρώμα του», «άσπρισε σε μια νύχτα από τη στενοχώρια του», «μου έπρηξε
το συκώτι» και πολλά άλλα… Η καλλιέργεια μιας ψυχοσωματικής οπτικής της
ιατρικής και η αποκωδικοποίηση των σωματικών μηνυμάτων απαιτούν πολύ χρόνο και
προσπάθεια. Η αρχή μπορεί να γίνει όταν κανείς αρχίζει να «συνομιλεί» με το
σώμα του, συλλέγοντας πληροφορίες από τα παρακάτω πεδία:
- ΠΟΥ εκδηλώνεται το σύμπτωμα, σε ποια περιοχή ή όργανο – π.χ. οι πνεύμονες είναι όργανο ανταλλαγής αερίων και επικοινωνίας, γιατί η ομιλία προέρχεται από τροποποίηση του ρεύματος της εκπνοής
- ΠΟΤΕ εκδηλώνεται, υπό την έννοια της έναρξης της εκδήλωσης – γιατί τώρα; - και της έξαρσης ή υποτροπής – γιατί πάλι;
- ΠΩΣ εκδηλώνεται, ποια είναι η βάση της λειτουργίας του, η ταυτότητά του – για παράδειγμα ο καταρράκτης ρίχνει μια γκρίζα κουρτίνα πάνω στα χρώματα του κόσμου. Ποιοι οι «κανόνες» της νέας κατάστασης - π.χ. ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα υπαγορεύει τη σεξουαλική αποχή
- ΣΕ ΤΙ στοχεύει το σύμπτωμα, τι ακριβώς συμβαίνει δηλαδή όταν είναι ενεργό; Προς τα πού θέλει να οδηγήσει τον ασθενή; Ποιες ψυχικές και συναισθηματικές διεργασίες ενδέχεται να καλύπτει / εκφράζει / υποδηλώνει;
Προφανώς, όλα τα
παραπάνω δεν είναι και τόσο εύκολο να απαντηθούν και κυρίως, να βγάλουν ένα
προσωπικό νόημα. Και ενώ κανείς δεν αμφισβητεί τη γενετική και βιολογική βάση
των σωματικών εκδηλώσεων, λίγη προσοχή δίνεται στους παράγοντες που επηρεάζουν
την τελική έκφραση - και έκβαση – των γενετικών προδιαθέσεων. Το να καταφέρει
κανείς να συσχετίσει τα σωματικά σημεία και συμπτώματα με λεπτομέρειες της ζωής
του είναι συνήθως μια μακροχρόνια προσπάθεια, που συχνά προϋποθέτει και τη
συνδρομή κάποιου επαγγελματία στο πλαίσιο μιας ψυχοθεραπευτικής δουλειάς. Αρκετές
έρευνες συνηγορούν στο ότι ο συνδυασμός ψυχοθεραπείας με την κλασική ιατρική
θεραπεία έχουν θεαματικά αποτελέσματα, π.χ. σε ασθενείς με προβλήματα του
κυκλοφορικού και της καρδιακής λειτουργίας.
Η αντιμετώπιση του
σώματος συνεπάγεται την αντιμετώπιση της ψυχής. Βέβαια, όποιος αφουγκράζεται
την εσωτερική του φωνή, μπορεί να μάθει και λιγότερο κολακευτικά πράγματα για
τον εαυτό του, αλλά μακροπρόθεσμα είναι σωτήριο να τολμήσει κανείς τη σύγκρουση
με τις εσωτερικές εικόνες και δομές που χρειάζονται αλλαγή, ανατροπή ή αποδοχή,
παρά να προσπαθεί να ξεφύγει από αυτές. Σε κάθε περίπτωση, το ζητούμενο είναι
αν θα επιλέξουμε έναν τρόπο αντιμετώπισης του ανθρώπου – ασθενή ως ολότητα σώματος, πνεύματος και ψυχής ή
τμηματικά, σαν ένα πάζλ όπου το κάθε κομμάτι κάνει αυτόνομα τη δουλειά του
χωρίς να επηρεάζει τη συνολική εικόνα. Και τελικά, εκτός από το να μας ωθήσει στη
λήψη ενός παυσίπονου, στη διενέργεια εξετάσεων, την επίσκεψη στο γιατρό και τη
συμμόρφωση προς την όποια θεραπευτική αγωγή, μήπως το σώμα μας έχει και κάτι
άλλο να μας πει, κάτι πιο βαθύ & αθόρυβο αλλά εξίσου σημαντικό;
Πηγές για πληροφόρηση
& σκέψη:
- D. Leader & D. Corfield, Γιατί αρρωσταίνουν οι άνθρωποι; Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα 2013
- Ρ. Ντάλκε, Η ασθένεια ως γλώσσα της ψυχής, εκδόσεις Πύρινος Κόσμος, Αθήνα 2003
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου